- χαλκόμυια
- χαλκό-μυια, ἡ,A a fly of bright metallic hue, ingredient of an eye-salve, Aët.7.100.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
χαλκόμυια — ἡ, Μ μύγα με μεταλλικό χρώμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < χαλκ(ο) * + μυῖα] … Dictionary of Greek
χαλκομυίας — χαλκομυίᾱς , χαλκόμυια a fly of bright metallic hue fem acc pl χαλκομυίᾱς , χαλκόμυια a fly of bright metallic hue fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαλκ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στη λ. χαλκός και δηλώνει ότι η λ. έχει σχέση, αναφέρεται στον χαλκό (πρβλ. χαλκο ειδής, χαλκο πώλης), ενώ σπανιότερα χρησιμοποιείται και μεταφορικά με την έννοια τού… … Dictionary of Greek